- ιώβειος
- υπομονή η адское терпение
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ιώβειος — α, ο 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Ιώβ 2. φρ. «ιώβειος υπομονή» υπομονή ανεξάντλητη, όμοια με εκείνη που έδειξε ο Ιώβ. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ἰώβ. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στον Άγγελο Βλάχο] … Dictionary of Greek
ιώβειος — α, ο αυτός που έχει τα χαρακτηριστικά του Ιώβ, κυρίως την υπομονή του: Τον διακρίνει ιώβεια υπομονή (πολύ μεγάλη) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)